«Ազատ Օր»ի խմբագրութիւնը դիմեց Աթէնքի ազգային աստղադիտարանի տնօրէն, երկրաշարժագէտ պրն. Երասիմոս Փափատոփուլոսի, որ հետաքրքրական հարցազրոյց մը շնորհեց թերթին:
Κύριε Παπαδόπουλε, γνωρίζουμε πως η ανατολική Μικρά Ασία είναι μια περιοχή με έντονη σεισμική δραστηριότητα. Να θυμηθούμε τους σχετικά πρόσφατους σεισμούς το 1999 με
πάνω από 20,000 θύματα και φυσικά τον προχθεσινό σεισμό στο Βαν.
Σε τι οφείλεται η συχνότητα των σεισμών σ’ αυτή την περιοχή της γης;
Είναι γεγονός ότι η ευρύτερη περιοχή της Αν. Μεσογείου χαρακτηρίζεται από πολύ υψηλή σεισμικότητα. Μεγάλοι και καταστροφικοί σεισμοί έχουν συμβεί κατ’ επανάληψη. Εκατοντάδες τέτοιοι σεισμοί είναι καταγεγραμμένοι από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα το βρίσκουμε στις 17 Αυγούστου του 1999 όταν το ανατολικό τμήμα της Θάλασσας του Μαρμαρά επλήγη από σεισμό μεγέθους 7.5 με χιλιάδες ανθρώπινα θύματα. Στις 7 Σεπτεμβρίου του 1999, δηλ. μόνο 21 μέρες μετά χτυπήθηκε η Αθήνα με μέγεθος 5,9 και 143 θύματα. Υπάρχουν ισχυρότατες ενδείξεις ότι τότε λειτούργησε το λεγόμενο φαινόμενο του «ντόμινο», δηλ. ο πρώτος σεισμός προκάλεσε επίσπευση του δεύτερου.
Ο προχθεσινός σεισμός είναι ένα ακόμη επεισόδιο στη μακραίωνα σεισμική ιστορία της ευρύτερης περιοχής της Αν. Μεσογείου.
Ο συγκεκριμένος σεισμός ήταν της τάξεως των 7,2 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ. Είδαμε πολυώροφα κτίρια που είχαν καταρρεύσει.
Θα θέλαμε να μας πείτε εάν η καταστροφή που προκλήθηκε και κυρίως ο μεγάλος αριθμός των θυμάτων δικαιολογείται από την ισχύ του σεισμού ή εάν τούτο ήταν αποτέλεσμα της ανεπαρκούς αντισεισμικής θωράκισης των κτιρίων.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι γεωφυσικές παράμετροι του σεισμού έπαιξαν σημαντικό ρόλο, δηλ. το μεγάλο μέγεθος και η επιφανειακή εστία του σεισμού που προσδιορίστηκε σε βάθος περίπου 12 χλμ. Όμως, η κακή ποιότητα των κατασκευών (πολυόροφων κτιρίων κλπ) αποδείχτηκε για μια ακόμη φορά θανατηφόρος. Αν οι κτιριακές συνθήκες ήταν καλύτερες τότε ασφαλώς η έκταση της καταστροφής θα ήταν σημαντικά μικρότερη. Να τονίσω πως έχει εμπράκτως αποδειχτεί σε όλες τις σεισμογόνες περιοχές του πλανήτη ότι η δόμηση αντισεισμικών κατασκευών μειώνει δραστικά τις αρ-νητικές συνέπειες των σεισμών και ιδι- αίτερα τις μαζικές καταρρεύσεις κτιρίων.
Ο προχθεσινός σεισμός στο Βαν ήρθε να ξυπνήσει τραγικές μνήμες, αλλά και να προκαλέσει ανησυχία σε όσους έχουν πληγεί από τον Εγκέλαδο κατά το παρελθόν.
Πόσο πιθανή είναι η διέγερση της σεισμικής δραστηριότητας στην Ελλάδα και την Αρμενία σαν αποτέλεσμα του συγκεκριμένου σεισμού;
Η σεισμολογική έρευνα έχει δείξει ότι οι ισχυροί σεισμοί μπορεί να επηρεάζουν γεωδυναμικά την περιοχή τους, αν και αυτό δεν παρατηρείται πάντα.
Υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα σε αυτά τα φαινόμενα και γι’αυτό μπορούμε να απαντήσουμε με όρους πιθανοτήτων.
Ο συγκεκριμένος σεισμός είχε σημαντικό μέγεθος και γι’αυτό πιστεύω ότι κατ’ αρχήν έχει δυνατότητα να διεγείρει άλλους σεισμούς. Όμως, λόγω της απόστασης από την Ελλάδα και την Αρμενία η πιθανότητα να συμβεί αυτό που ονομάζουμε «φαινόμενο ντόμινο» είναι μικρή, το ενδεχόμενο όμως παραμένει, δεν είναι ανύπαρκτο.
Ο αρμενικός λαός θυμάται με πόνο τον σεισμό του 1988, όταν Σπιτάκ και Γκιουμρί ισοπεδώθηκαν, με συνέπεια χιλιάδες νεκρούς και κατεδαφισμένα σπίτια. Η “ζώνη καταστροφής” όπως ονομάσθηκε η ευρύτερη περιοχή χρειάστηκε δέκα χρόνια για να ανοικοδομηθεί. Υπάρχουν ακόμα περιοχές που δεν έχουν αποκατασταθεί πλήρως. Ποιά είναι η εκτίμηση σας για το μέλλον της περιοχής;
Ο αρχαίος ιστορικός και γεωγράφος Πλίνιος είχε πει «όπου έσεισε, θα σείσει». Αυτό έχει επαληθευθεί από τη σύγχρονη επιστήμη. Πράγματι οι ισχυροί σεισμοί επαναλαμβάνονται πολλές φορές στα ίδια σημεία, όχι κατ’ ανάγκη με περιοδικό τρόπο. Αυτό ισχύει και για την Αν. Μεσόγειο και για την Αρμενία. Ισχυροί σεισμοί έγιναν και θα ξαναγίνουν στο μέλλον. Ουδεμία αμφιβολία υπάρχει επ’ αυτού. Όμως δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε το πότε θα γίνει ο επόμενος ισχυρός σεισμός στην κάθε περιοχή. Το πρόβλημα αυτό δεν έχει επιληθεί ακόμη, χρειάζεται περισσότερη έρευνα. Συνεπώς, η αντισεισμική προστασία πρέπει να είναι ένα διαρκές μέλημα, δεν επιτρέπεται η χαλάρωση και η έστω και προσωρινή αδιαφορία.
Με βάση την εμπειρία σας και τις μελέτες στην περιοχή, ποια θεωρείτε πως θα είναι η πιθανή εξέλιξη του συγκεκριμένου σεισμικού φαινομένου;
Ασφαλώς θα υπάρξουν πολλοί μετασεισμοί, οι οποίοι ήδη καταγράφονται. Η συνολική διάρκεια της μετασεισμικής ακολουθίας αναμένεται να εκταθεί σε βάθος χρόνου αρκετών εβδομάδων. Οι μετασεισμοί μπορεί να έχουν επίσης σημαντικά μεγέθη και γιαυτό γίνονται επικίνδυνοι, ιδίως μάλιστα και για το λόγο ότι οι κατασκευές είναι ήδη καταπονημένες από τον κύριο σεισμό. Συνεπώς, χρειάζεται μεγάλη προσοχή και ειδικά μέτρα προστασίας σε όλη τη διάρκεια της μετασεισμικής δράσης. Αυτό ισχύει για κάθε περιοχή που πλήττεται από ισχυρό σεισμό.
Λόγω του πυρηνικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που βρίσκεται στο Μετζαμόρ της Αρμενίας, περίπου 30 χιλιόμετρα από το Ερεβάν, η Αρμενία αντιμετωπίζει πολλές φορές διεθνείς πιέσεις ή και αντιδράσεις λόγω ευαισθησίας σε ενδεχόμενο σεισμό.
Πόσο υπαρκτός είναι αυτός ο κίνδυνος;
Θα σας απαντήσω κάπως παραστατικά εδώ. Η πιθανότητα αστοχίας ενός πυρηνικού αντιδραστήρα λόγω σεισμού είναι εξαιρετικά μικρή. Το ίδιο μικρή είναι και η πιθανότητα να μου συμβεί ένα ατύχημα τις επόμενες μέρες. Αν όμως μου συμβεί τότε οι συνέπειες θα αφορούν μόνο την οικογένειά μου. Αντίθετα, αν συμβεί πυρηνικό ατύχημα τότε θα αφορά σε μεγάλο μέρος της ανθρωπότητας. Συνεπώς, η πολύ μικρή πιθανότητα δεν πρέπει να μας καθησυχάζει, λόγω της πολύ μεγάλης καταστροφής που θα προκληθεί αν το πυρηνικό ατύχημα γίνει. Γι’αυτό το λόγο υποστηρίζω ότι η κατασκευή και λειτουργία πυρηνικών αντιδραστήρων πρέπει να πάψει και στη συγκεκριμένη περιοχή και σε κάθε σεισμογόνο περιοχή του πλανήτη.
Υπάρχουν και πρόσθετοι λόγοι εκτός από τους σεισμούς, αλλά αυτό το αφήνω να το υποστηρίξουν άλλοι πιο ειδικοί από μένα.
Σας ευχαριστούμε για τις πολύτιμες πληροφορίες που μας δώσατε.